28 Μαρ Η Μαρία Μαυροματάκη μιλά στο Infowoman.gr
“Πολλά τρομακτικά γίνονται στο όνομα της γονεϊκής αγάπης”
Οι οικογενειακές σχέσεις, η δύναμη του έρωτα και η ατομική ελευθερία είναι μερικά από τα θέματα που θίγονται στην παράσταση «Τρομεροί Γονείς» του Ζαν Κοκτώ που παρουσιάζεται στο θέατρο Radar. Το έργο ανεβάζει η Αναστασία Παπαστάθη σε μια καινούργια προσέγγιση όπου η δράση του μεταφέρεται από το Παρίσι του 1938 (χρονιά που γράφτηκε το έργο) στην Αθήνα του σήμερα.
Εμείς μιλήσαμε με την πρωταγωνίστρια Μαρία Μαυροματάκη, τη θεία Ελένη της παράστασης, για τους Τρομερούς γονείς, την οικογένεια, την προσωπική της διαδρομή αλλά και την άποψη της για το θεατρικό metoo
Σκιαγραφήστε μας τον χαρακτήρα της Ελένης στην παράσταση «Τρομεροί γονείς»
Η Ελένη είναι μία πολύπλευρη προσωπικότητα, ένας ιδιόμορφος χαρακτήρας, τραγικός και κωμικός μαζί. Σε νεαρή ηλικία έζησε ένα ερωτικό δράμα που τη στιγμάτισε: ο αρραβωνιαστικός της την εγκατέλειψε και αποφάσισε να παντρευτεί την αδελφή της. Το γεγονός αυτό, αν και τη συντάραξε, δεν την εμπόδισε να συγκατοικήσει με το ζευγάρι. Η ίδια βάφτισε την πράξη της θυσία, φαίνεται όμως πως υπήρχε κάτι βαθύτερο πίσω από αυτήν: ο φόβος να πορευτεί μόνη της και η ανάγκη να κρατήσει κοντά της τους αγαπημένους της. Όταν ξεκινάει το έργο, η Ελένη μένει ήδη 25 χρόνια με την οικογένεια της αδελφής της –η οποία στο μεταξύ έχει αποκτήσει έναν γιο–, φροντίζοντάς τα μέλη της σαν μάνα. Τους συντηρεί οικονομικά, τους καθοδηγεί, μηχανεύεται σχέδια για να τους προφυλάξει από τις κακοτοπιές, τους πείθει, με την καπατσοσύνη της, να δράσουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ή τους φέρνει, με την κοφτερή της γλώσσα, αντιμέτωπους με τους φόβους τους. Το αποτέλεσμα είναι να τους γίνει απαραίτητη, αφού όλοι εξαρτώνται από εκείνη. Μανιακή με την τάξη, καταφέρνει στο τέλος να βάλει σε τάξη την ψυχή της, αλλά και τους ανθρώπους της.
Για να επιτευχθεί η οποιαδήποτε αλλαγή, θα πρέπει τα μέλη της οικογένειας να μάθουν να τιθασεύουν το εγώ τους
Πόσο τρομεροί είναι αυτοί οι γονείς στην παράσταση του 2022 στο θέατρο Radar;
Είναι πραγματικά τρομεροί αυτοί οι γονείς. Και, δυστυχώς, το ίδιο τρομεροί μπορούν να γίνουν πολλοί γονείς, ακόμα και σήμερα. Η μητέρα είναι προσκολλημένη στον γιο της με έναν τρόπο νοσηρό – το οιδιπόδειο σύμπλεγμα στην πλήρη του ανάπτυξη. Η ζωή της όλη επικεντρώνεται σε αυτόν, και μόνο μέσα απ’ αυτόν αποκτά υπόσταση, αδιαφορώντας ακόμα και για τον σύζυγό της. Με την ελεγκτική της συμπεριφορά, περιορίζει το παιδί της ασφυκτικά και το εμποδίζει ν’ ανοίξει τα φτερά του, φοβούμενη να αντιμετωπίσει το κενό που θα της προκαλέσει ο απογαλακτισμός του. Ο παραλογισμός της φτάνει στο αποκορύφωμα όταν ο γιος της ερωτεύεται ένα κορίτσι, και η ίδια, αποτυγχάνοντας να καταστρέψει τη σχέση του, καταστρέφει στο τέλος τον εαυτό της. Ο πατέρας, από την άλλη πλευρά, παρότι ευγενικός και αποστασιοποιημένος από τις ευθύνες της οικογένειας, επιχειρεί κι εκείνος να καταστρέψει τη σχέση των δύο παιδιών, προτάσσοντας το πληγωμένο του εγώ και καταφεύγοντας σε αγριότητες, εκβιασμούς και απειλές. Και όλα αυτά τα… «τρομερά» γίνονται στο όνομα της γονεϊκής αγάπης…
Η σκηνοθέτις έχει μεταφέρει ένα κείμενο του 1938 στο 2022. Πιστεύετε ότι η οικογένεια κινδυνεύει πάντα από την ίδια νόσο;
Δυστυχώς, όσο κι αν έχουν αλλάξει οι καιροί, και παρά την τεράστια εξέλιξη που έχει επέλθει από την εποχή της συγγραφής του έργου μέχρι τις μέρες μας, φαίνεται πως η βασική δομή της οικογένειας διατηρείται σχεδόν αναλλοίωτη, και οι σχέσεις μεταξύ των μελών της εξακολουθούν να είναι, έως έναν βαθμό, σχέσεις εξάρτησης. Η οικογένεια έχει σήμερα εντελώς διαφορετική μορφή απ’ ό,τι το 1938, με δεσμούς που εξωτερικά δείχνουν να είναι πολύ πιο χαλαροί, στον πυρήνα τους όμως κρύβουν παρόμοιες αγκυλώσεις και δυσκαμψίες. Για να επιτευχθεί η οποιαδήποτε αλλαγή, θα πρέπει τα μέλη της οικογένειας να μάθουν να τιθασεύουν το εγώ τους, να σκύβουν στις ανάγκες ο ένας του άλλου και να γνωρίζουν πού ακριβώς βρίσκονται τα όρια και οι ελευθερίες τού καθενός. Δύσκολο αυτό, ασχέτως εποχής, αφού προϋποθέτει ψυχική ωρίμανση και πολύ υψηλό επίπεδο αυτογνωσίας.
Έχετε επιλέξει στην επαγγελματική σας πορεία στο θέατρο χαμηλούς τόνους και όχι υπερπροβολή. Αυτό βοηθά τη δουλειά σας;
Ο λόγος είναι καθαρά πρακτικός. Όταν ξεκίνησα να ασχολούμαι με το θέατρο, είχα ήδη μία δεύτερη δουλειά –εργαζόμουν ως επιμελήτρια κειμένων και μεταφράστρια–, την οποία αγαπούσα εξίσου και ήταν εξίσου απαιτητική. Έτσι, δεν είχα καθόλου χρόνο να «κυνηγήσω» μια θεατρική καριέρα. Πέραν τούτου, η υπερπροβολή δεν μου άρεσε ποτέ. Πίστευα ότι θα μου στερούσε ένα κομμάτι ελευθερίας και ασφυκτιούσα στη σκέψη. Είναι γεγονός, ωστόσο, ότι η δουλειά του ηθοποιού χρειάζεται την προβολή σχεδόν όσο και το ταλέντο ή την αφοσίωση και την εργατικότητα… Σε κάθε περίπτωση, πάντα κάτι χάνεις και κάτι κερδίζεις, και ο καθένας κάνει τις επιλογές του πληρώνοντας το ανάλογο τίμημα. Ζυγίζοντάς τα τώρα, είμαι ευχαριστημένη με τη διαδρομή που έχω ακολουθήσει και νομίζω πως κάπως έτσι θα πορευτώ και στη συνέχεια.
Είχα ακούσει κατά καιρούς για κακοποιητικές συμπεριφορές, όμως ήταν αδύνατον να φανταστώ την έκταση του προβλήματος
Πριν λίγο καιρό ζήσατε (και ζήσαμε) μια περίοδο γενναίας καραντίνας και σιωπής από τη θεατρική πράξη. Εσείς σε προσωπικό επίπεδο πώς βιώσατε αυτή την απουσία; Κρίνετε ότι είναι απαραίτητη η σιωπή για κάποιες περιόδους στο επάγγελμά σας;
Το να μπορούμε να πάρουμε απόσταση από τα πράγματα για κάποιο διάστημα και να κάνουμε τον απολογισμό μας ή απλώς να αναλάβουμε δυνάμεις, είναι ευκταίο σε κάθε μας ενασχόληση. Μας ανανεώνει, ώστε να επανέλθουμε στο αντικείμενό μας δριμύτεροι, σοφότεροι και περισσότερο εμπνευσμένοι. Στην περίπτωση της καραντίνας όμως, η σιωπή επιβλήθηκε από εξωγενείς παράγοντες. Δεν ήταν μια ελεύθερη επιλογή. Ως εκ τούτου, μόνο τυχαία θα μπορούσε να έχει τα παραπάνω αποτελέσματα. Για μένα ήταν πραγματικά μια ατυχής συγκυρία, γιατί τότε είχε μόλις ξεκινήσει μία παράσταση στην οποία έπαιζα, ουσιαστικά ένας μονόλογος (η «Καραμέλα» της Ελένης Πριοβόλου, σε σκηνοθεσία της Λουκίας Πιστιόλα), και πήγαινε πολύ καλά. Στενοχωρήθηκα, όπως όλοι μας, αποτραβήχτηκα, με ένα έντονο αίσθημα στέρησης, και ασχολήθηκα με άλλες δραστηριότητες, όσο το επέτρεπαν οι συνθήκες, ελπίζοντας σε γρήγορη επιστροφή. Για καλή μου τύχη, με κάλεσε η Αναστασία Παπαστάθη να προετοιμαστούμε για τους «Τρομερούς γονείς», αποζημιώνοντάς με με αυτή την όμορφη παράσταση και την υπέροχη συνεργασία.
Παράλληλα ήρθαν στην επιφάνεια παθογένειες χρόνων, και αναφέρομαι στο ελληνικό metoo. Πέσατε από τα σύννεφα; Πιστεύετε ότι η δημοσιοποίηση βοήθησε στο να καθαρίσει ένα απόστημα;
Ναι. Έπεσα από τα σύννεφα. Μπορεί να είχα ακούσει κατά καιρούς για κακοποιητικές συμπεριφορές, όμως ήταν αδύνατον να φανταστώ την έκταση του προβλήματος. Εδώ επρόκειτο πλέον για εγκλήματα, για τα οποία θα αποφανθεί η δικαιοσύνη. Πιστεύω πως η δημοσιοποίηση βοηθάει να εντοπιστεί η παθογένεια και να γίνει αντιληπτή. Το αν θα καθαρίσει το απόστημα εξαρτάται από τα κοινωνικά αντανακλαστικά. Δεν ξέρω αν όλος αυτός ο ντόρος που γίνεται είναι αρκετός για να μας δυναμώσει και να μας συσπειρώσει ώστε να αντιδρούμε πιο γρήγορα και πιο σθεναρά απέναντι σε τέτοια φαινόμενα, ή αν πρόκειται απλώς για μία φούσκα που θα ξεφουσκώσει με το πέρασμα του χρόνου. Σίγουρα είναι πολύ σημαντικό που κάποιοι άνθρωποι βγήκαν μπροστά και μίλησαν. Είναι μία πράξη θάρρους, ακόμα κι όταν γίνεται πολύ αργότερα από το συμβάν. Ελπίζω να μην ξεχαστούμε με τον καιρό, και να καταφέρουμε να έχουμε την ίδια εγρήγορση και στο μέλλον.